Πέμπτη 20 Δεκεμβρίου 2007

Φλοίσβος

Πολυ-τελής ο ήχος ο βραδινός
της θάλασσας.
Ακρολογούμαι προσπαθώντας να τον καταλάβω.
Πότε τον ακούω ανάλαφρο,
φλοίσβο μεθυστικό, που τον ονόμασαν.
Εύχαριν και ανέμελο νεανία
που παιγνιδίζει στο σώμα της πρώτης νιότης.
Άλλοτε πάλι
τον προσλαμβάνω βαρύ,
απειλητικώς σοβαρό,
οργισμένο και κατσούφη πενηντάρη,
χαμένο στο παιγνίδισμα της τελευταίας επιτυχίας.
Ακρολογούμαι προσπαθώντας να τον καταλάβω.
Ήχος στους δίσκους της πρώτης Γραμμικής,
σύμβολο σημαίνον στους παλαιούς, εκείνους.
Ακροπατώ στην υγρή του υπόσταση,
ύστατη προσπάθεια.
Απλώνεται επιδεικτικά, λοιδορώντας την επιθυμία μου.
Και μου λέει:
"φσρρλλ,φσρρλλ"
Έτσι τον άκουσα.
Έτσι, τον άκουσα.

Σάββατο 15 Δεκεμβρίου 2007

Α-σχημα


Διαδρομή στο παράδοξο, ως καθ'ημέραν,
σχοινοβάτης στο οξύμωρο.
Θα κατέβω κι ας πέσω,
θ' ανέβω κι ας πετάξω.
Τι σχήμα είναι αυτό; Άσχημο
το 'πα κι ήταν αλήθεια.
Στον Παράδεισο της σκέψης καίγομαι,
στην Κόλαση της καθ'ημέρας δροσιά.
Τι σχήμα είναι τούτο πάλι; Άσχημο
το 'πα και το σχηματοποίησα.
Αλίμονο σ'αυτούς που με εύσχημο τρόπο
θ' απαντήσουν. Τελείωσαν.
Το σχήμα συνεχίζεται και δεν θα το ξέρουν.
Διαδρομή στο Παράδοξο,
ως καθ'ημέραν,
καθ'εσπέραν.
Σκέφτομαι,
Καλημέρα.

Παρασκευή 14 Δεκεμβρίου 2007

Στη Φιλιώ Χαϊδεμένου


Σμυρνιά, της ζωής μου προσάναμμα,
παστρικιά της Ιστορίας φιγούρα.
Ρυτίδες της μνήμης και του πόνου,
χαρακιά του πατέρα η σφαγή,
χαράδρα της Ιστορίας του αδελφού
το κρέμασμα.
Στις ρυτίδες του μετώπου σου
-αυτό το καθάριο, σαν τον ουρανό της Σμύρνης, μέτωπό σου-
θέλω να χαθώ, να περπατήσω
τους δρόμους σου,
τζαναπέτισσα Ιστορία.
Δόξα τω θεώ που έζησα αυτή
τη στιμή.
Εκατόν έξι χρόνια, έσκιζες
τα βιβλία της Ιστορίας.
Σμυρνιά, της ζωής μας
τζαναπέτισσα Ιστορία.
Φιλίτσα,

Χαϊδεύω τις σελίδες σου,
τ' όνομά σου να θυμάμαι.
Σκίζω τα βιβλία της Ιστορίας
των παιδιών μου.
Αφήνω εκείνη τη μισή σελίδα
και προσθέτω τη φωτογραφία σου,
Σμυρνιά, τζαναπέτισσα Ιστορία.

Άνθρωποι

Υμείς άνθρωποι εστέ.
Η προσμονή της καρδιάς σας
χάθηκε στο εγώ της ψυχής σας,
κτύπησε στο τείχος του απύθμενου πίθου.
Η ομορφιά της ζωής σας γέρασε
στο κυνήγι της προσωπικής συλλογής,
πέθανε στη γέννηση της αγάπης.
Υμείς άνθρωποι εστέ.
Έπαψα να προσμένω
παρά των μη εχόντων.
Στο μαύρο αλώνι σκότωσα τη Χίμαιρα
κι ελευθέρωσα την Ουτοπία,
και δεν σας τη δίνω.
Υμείς άνθρωποι εστέ.
Συνειδητά επιλέγω την πλάνη
ατιμώρητοι θα μείνετε μακριά, στα χέρσα άκαρποι,
καθώς το κλήμα ον ου δύναται καρπόν φέρειν
αφ'εαυτού εάν μη μείνη εν τη αμπέλω.
Η άμπελος θα σας κατατρέχει,
εν είδη Ερινύας θα σας ταλανίζει.
Ανύπαρκτο το τάλαντο για να ξοφλήσετε.
Ξοφλήσατε.
Υμείς άνθρωποι εστέ.
Βαριά η βάσανος για εσάς.
Εις τους αιώνας των αιώνων,
υμείς άνθρωποι έστε.
Απελθέτω απ' εμού το πειστήριον τούτο.